Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2014

Ο Σεπτέμβριος στην "Οκτάνα" του Ανδρέα Εμπειρίκου

ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ ΤΟΝ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΝ ΒΟΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΠΛΑΣΗ

Tις μέρες τις γλυκιές του Σεπτεμβρίου, όταν δεν έχει ακόμη βρέξει και είναι το άκουσμα των ήχων πιο αραιό και η γεύσις των ωρών και από του θέρους πιο πυκνή, όταν στους κήπους σκάνε τα ρόδια, και πάλλονται υψιτενείς οι στήμονες των λουλουδιών, και σφύζουν στις πορφύρες των φλεγόμενοι οι ιβίσκοι, όλοι σαν υπερβέβαιοι γαμβροί που στων νυμφών κτυπούν τις θύρες, τότε, σαν να ‘ναι πάντα καλοκαίρι (γιατί όποια κι αν είναι η εποχή, ο πόθος είναι πάντα θέρος) αναγαλλιάζουν οι ψυχές, και ο Έρωτας, ο πιο ξανθός αρχάγγελος του Παραδείσου, βοά και λέγει στο κάθε που άγγιξε κορμί:
Τα ρούχα πέτα, γδύσου.
Τίποτε μη φοβάσαι.
Έαρ, χειμώνας, θέρος-
όπου κι αν είσαι-
είναι η ρομφαία μου μαζί σου.

Πέμπτη 22 Μαΐου 2014

Ευγένιος Αρανίτσης "Ιψ ο τυπογράφος" Ο Ελύτης για παιδιά κι ερωτευμένους (Του Βαγγέλη Μεννή)


"Όταν κάτι μας φαίνεται όμορφο, αυτό το κάτι είναι, στην πραγματικότητα, μια εικόνα η οποία ταιριάζει σε μιαν όμορφη ιδέα που προϋπήρχε μέσα μας και απλώς περίμενε τη μορφή της να έρθει απ’ έξω. Όταν ερωτευόμαστε, εκείνος τον οποίο ερωτευθήκαμε είναι η εικόνα που αγαπούσαμε ανέκαθεν και που τώρα, ξαφνικά, αποκτάει σάρκα και οστά. Ο θαυμασμός μας είναι ένα καθρέφτισμα. […] Η αγάπη επομένως αποτελεί μια στιγμή Αναγνώρισης. «Σ’ αγαπώ» θα πει «Σε θυμάμαι από μιαν άλλη ζωή, ωραιότερη». Αγάπη είναι η Στιγμή που ένα Σύμβολο (από μέσα μας ξεκινώντας) έρχεται να τυλίξει μιαν εικόνα (εκεί έξω) με τρυφερότητα τριών διαστάσεων". Οι προηγούμενες φράσεις ανήκουν στον Ευγένιο Αρανίτση κι όχι σε κάποιο διάσημο ψυχαναλυτή. Ο ποιητής, συγγραφέας και κριτικός (σε ηλικία 21 ετών συνεργάστηκε με τον Ελύτη) γράφει με φως στο μάρμαρο.Τα αποσπάσματα αφορούν το βιβλίο «ΙΨ ο τυπογράφος – Ο Ελύτης για παιδιά και ερωτευμένους» των εκδόσεων Πατάκη*.
Το έργο αποκαλύπτει την άνεση του Αρανίτση να κινείται στα βάθη των συμβόλων. Αυτά που αναδύονται από μαγευτικούς παράδεισους όπως λέει ο ίδιος. Τα ξεχασμένα σύμβολα… δε ξέρουμε πλέον ούτε πώς ακούγονται, ούτε πώς βλέπονται (όχι με τα μάτια). Η ψυχή στο επίπεδο του μέσου ανθρώπου δύσκολα αφουγκράζεται, καθώς εγκλωβίζεται στη ρηχότητα των ψηφιακών λεωφόρων. "Η ροή των εικόνων της τηλεόρασης, για παράδειγμα, δεν παρουσιάζει κάτι αληθινό. Η αγάπη, το χιούμορ μερικών γέρων που μιλούν στις παντόφλες τους, η γεύση της λέξης «Ιούνιος» που στάζει απ’ το βερίκοκο, η συγκίνηση που προκαλεί το καλοκαιρινό λυκόφως σαν πυρετός στον αυχένα, η ομορφιά του ήχου της αραβικής γλώσσας όταν τη μιλάνε ορφανά παιδιά… Αληθινό είναι ό,τι περιέχει Νόημα, δηλαδή αυτό στο οποίο διακρίνουμε βαθύτητα." Η ομορφιά είναι πολύ καλά κρυμμένη ειδικά όταν είμαστε νέοι. Ίσως η νεότητα δεν έχει τις ικανότητες να ψάξει στα βαθειά. Όσο πιο κοντά ερχόμαστε στο θάνατο τόσο μεγαλύτερη η ωριμότητα μας. Το ενδοψυχικό υλικό μαλακώνει, οι ιδέες περνούν στο υπέδαφος της προσωπικότητας προκαλώντας τομές, αναδεικνύοντας παλιές πληγές. Κατά τη γνώμη μου απαραίτητη προϋπόθεση είναι η συνάντηση (τουλάχιστον με έναν) πραγματικό δάσκαλο (π.χ. τον Ελύτη ή τον Αρανίτση).  

Τι είναι όμως η ποίηση; Είναι το δίδαγμα του ποιήματος που απαιτούσαν τα κοκάλινα γυαλιά της φιλολόγου; Είναι η στεγνή και άτονη φωνή των σχολικών τοίχων που διδάσκουν υποτίθεται Νέα Ελληνικά; Είναι πολλά και τίποτα. Αλλά όμως: "ένας καλός αναγνώστης της καλής ποίησης πρέπει να διαβάζει απ’ έξω προς τα μέσα, δηλαδή αρχίζοντας από τις λέξεις που επιπλέουν στην επιφάνεια του κειμένου, και προχωρώντας κάτω απ’ αυτήν, πίσω απ τις λέξεις και τα σημεία της στίξης, ως τα βάθος, ως εκεί που θα βρει τη συγκίνηση. Διότι αυτός είναι ο στόχος." Επιτέλους, ο στόχος ήταν η συγκίνηση, το αντίθετο δηλαδή του βαθμού στον έλεγχο. Πόσοι βγήκαμε συγκινημένοι από στις σχολικές αίθουσες; Πόσοι αναζητήσαμε αργότερα να απαντήσουμε ξανά τον Ελύτη ή το Σολωμό; 

"Το Σύμβολο χρησιμεύει στο να σημαίνει αυτό που δεν μπορούμε να δούμε αλλά μόνον να σκεφτούμε και να νιώσουμε. […] Καμιά φορά το κύκλωμα της λογικής υπερθερμαίνεται προκαλώντας εγκαύματα. Απέναντι σ’ αυτό τον κίνδυνο, το Σύμβολο λειτουργεί σαν φυλαχτό, σαν ασφάλεια στον πίνακα της ΔΕΗ. Άλλοι λένε πως το Σύμβολο είναι το οξυγόνο της σκέψης και πως, γι’ αυτό η γλώσσα που σκέφτεται με Σύμβολα δεν λαχανιάζει ποτέ, ακόμη κι αν ανεβαίνει στον Όλυμπο για να δει τους θεούς πάνω στα 24 σκι τους. Μια μέρα (αλλά ποια μέρα!) το Σύμβολο θα θεωρείται το εμβόλιο που θα πρέπει να κάνεις στη σκέψη σου όταν αυτή είναι ακόμη νήπιο. Χαμένες ιδέες, χαμένες πατρίδες, ποιος σκοτίζεται για τα σύμβολα στην εποχή μας… Κάθετι που φτιάχνουν οι άνθρωποι γύρω μας για να διατηρήσουν τα κεκτημένα τους, προβάλει τεράστιο και επιβλητικό: το διαφημίζουν σαν απαραίτητο. Το προσκυνάνε λες και η ψυχή τους έχει πονόδοντο. Το λεγόμενο Κράτος, η κρατική οικονομία, τα δίκτυα της τηλεόρασης, όλ’ αυτά είναι πράγματα γιγαντιαία, πανταχού παρόντα. Όμως η λεπτομέρεια παραμένει μαγική. Είναι εγγονάκι του ονείρου." 
Ας μη ξεχνάμε ότι: "Για τους μεγάλους έλληνες ποιητές, τον Σολωμό, τον Κάλβο, τον Σικελιανό, τον Σεφέρη, τον Ελύτη, τον Καρούζο, δεν υπάρχει θέμα πιο σημαντικό απ’ το Πένθος, δηλαδή απ’ τη συγκίνηση που νιώθεις όταν αυτό που αγαπάς πεθαίνει. Σε πείσμα του Θανάτου, ετούτη εδώ η συγκίνηση δεν είναι αγκάθι που το καταπίνεις. Έχει τη γεύση πρώτου φιλιού. […] Κατάθλιψη ονομάζουμε ακριβώς το εξής: όταν σε παίρνει ο θάνατος χωρίς να σε σκοτώσει. Δεν κατορθώνεις να πενθήσεις, ν’ αποχωριστείς; Τότε βυθίζεσαι στην κατάθλιψη." Ο πολιτισμός μας έχει μια ιδιαίτερη κλίση στην απάρνηση – απώθηση του πένθους. Γι’ αυτό καταφάσκει την κατάθλιψη. Τούτο το τελευταίο πάχυνε τις φαρμακευτικές εταιρείες σαν τοξικές κοκότες. Όμως οι άνθρωποι καταπίνουν και καταπίνουν χάπια, χωρίς συνειδητοποίηση των συμβολισμών.  

Το βιβλίο του Αρανίτση είναι ένας μικρός θησαυρός, μεταφορών και συμβόλων. Τη χρειαζόμαστε τη συγκίνηση. Μας βγάζει για λίγο από το καταστροφικό εγώ μας. Περιέχει μέσα η έννοια το σωτήριο «συν», αλλά και τη λέξη «κίνηση». Προφανώς το πτώμα είναι το μόνο ακίνητο. Ακόμη και το σύμβολο δείχνει σε άλλο σύμβολο, που δείχνει σε άλλο σύμβολο δημιουργώντας κίνηση (ή ενέργεια). Λένε πως είναι δύστροπος και δυσνόητος ο Αρανίτσης. Όμως, ψαρεύοντας έρχεται η θάλασσα, είχε γράψει ο Ελύτης. Όσο ψαρεύεις στα βαθειά νερά του, όλο και κάτι πιάνεις. Χρειάζεσαι όμως τις ρυτίδες που αυλακώνουν το πρόσωπο του ψαρά πριν κρατήσεις στα χέρια σου τα μεγάλα ψάρια. Τότε έρχεται και η θάλασσα δηλαδή η συνείδηση.

Μια "μικρή" λεπτομέρεια. Το βιβλίο, έκδοση του 1999, δεν κυκλοφορεί πλέον στα βιβλιοπωλεία. Ίσως ο συγγραφέας να έχει ανακαλέσει, ίσως να μην επιθυμεί την επανέκδοση του, ίσως απλά… να νευρίασε με όσα βλέπει και ακούει. Όμως πρόκειται για ένα μοναδικό έργο που αστραποβολεί στο στερέωμα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Κόβει βόλτες στην ψυχή μας, θυμίζοντας για μια ακόμη φορά ότι η ψυχή αν και σκοτεινή είναι απέρατη. Όσο για τις ζωγραφιές του Δημήτρη Καλοκύρη, καλύτερα να μη σχολιαστούν. Είναι απλά αριστουργηματικές.

Το αγαπημένο μου βιβλίο - δώρο αγαπημένων μου φίλων πριν από 11 χρόνια! Αισθάνομαι τυχερή! 
πηγή: Αντίφωνο

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2013

"Το αιώνιο τώρα" της Μαρλέν Διονυσίου (απόσπασμα)

Ο χρόνος είχε σταματήσει να ρέει.
Τα ρολόγια έμοιαζαν άχρηστα, γελοία κατασκευάσματα που έλιωναν και έσταζαν σαν κεριά σε πίνακα του Νταλί.
Τα περιθώρια εξαφανίστηκαν.
Τα οριζόντια και τα κάθετα επίπεδα γλίστρησαν και έσμιξαν ερωτικά το ένα μέσα στο άλλο.
Η οχλαγωγία έγινε πολυφωνία, έγινε αρμονία και μουσική της φύσης.
Η αντίληψη των πραγμάτων πήρε άλλη πολυδιάστατη έννοια.
Τα μεγέθη μεταλλάχθηκαν.
Το πάνω έγινε κάτω.
Το μπρος έγινε πίσω.
Το εδώ έγινε εκεί.
Το χθες έγινε σήμερα.
Το σήμερα, χθες.
Το πριν, το τώρα, το μετά, έγιναν ένα αιώνιο τώρα!
Ο πύργος της Βαβέλ γκρεμίστηκε.
Όλα μα όλα μιλούσαν την ίδια γλώσσα. Κι ήταν τόσο αρμονικά ισορροπημένα.

Κι ύστερα, έτσι απρόσμενα όλα άλλαξαν και πάλι. Οι ευθείες καμπυλώθηκαν. Οι ταλαντώσεις άλλαξαν. Οι τέλειες στιγμές έχασαν την ευθεία επαφή τους. Τα μεγέθη πήραν το συνηθισμένο σχήμα και έννοια τους. Το άπαν, το άπειρο, το αιώνιο και το αέναο διαρκεί τελικά τόσο λίγο, σε αριθμητά μεγέθη.
«Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί το αέναο φως να μοιάζει τόσο με το άπειρο σκοτάδι...Η ευθεία είναι πάντα η συντομότερη οδός.» Σκέφτηκε μέσα της η Αγγελική.
Πως κατορθώθηκε σιγά-σιγά να αλλάξει η συχνότητα και οι ευθείες να γίνουν καμπύλες!; Τα στίγματα της δημιουργίας να γίνουν παχυλή καμπυλωτή ύλη. Η ενέργεια να διοχετευθεί ανισομερώς. Και να κινείται πια ανισομερώς και να φτιάχνει καινούργιες καμπύλες, καινούργιες ευθείες, άλλες ταλαντώσεις, άλλες συχνότητες. Και να διαχωρίζει το παντοτινό, το διαρκές, το αιώνιο και να το κάνει χθες, σήμερα, αύριο.
Και το μηδέν να μοιάζει πλέον αριθμός μέτρησης. Σημείο έναρξης της αρίθμησης. Να παίρνει την έννοια του ‘τίποτε’, ενώ η ονομασία του και μόνο δεν καθορίζει το τίποτε. Ούτε και το σχήμα του.
Τίποτε, θα έπρεπε να είναι το ‘δεν’. Ή το ‘μη’. Αν θυμόταν καλά δυο αρνήσεις καθορίζουν μια κατάφαση. Πως μπορεί λοιπόν το μη μπροστά από το δεν να δηλώνει τη μη ύπαρξη; Το μηδέν, που είναι το ‘μη’ ‘δεν’, μήπως καθορίζει ακριβώς το αντίθετο;
Μήπως καθορίζει τα πάντα;
Μιας και το αντίθετο του τίποτε, είναι τα πάντα;
Αν όμως το μηδέν είναι τα πάντα, το είναι, τότε ίσως όλα ξεκίνησαν να μετρούν λάθος.
Δεν ξεκινά η μέτρηση από το τίποτε αλλά μέσα από το είναι. Μέσα από τα πάντα! Ένας ολοστρόγγυλος τέλειος κύκλος που εμπεριέχει τις έννοιες και τα μεγέθη και που κρατά ίσες τις αποστάσεις του κέντρου του από οποιοδήποτε σημείο της περιφέρειας του. Το μη-δεν. Το άπαν. Που ούτε μετρά, ούτε μετριέται.
Το άπαν δεν μετριέται.
Είναι αύταρκες. Μετριέται ότι εμπεριέχεται στο παν και τείνει να γίνει ‘μη-δεν’ Σαν τον άσχημο και γέρο έρωτα του Αναξαγόρα...Το μηδέν, δεν έχει ανάγκη σύγκρισης αριθμητικής, καθώς και μέτρησης.
Και αν προσθέσεις στο ένα το μηδέν, θα ‘χεις και πάλι ένα. Καμία αριθμητή μεταβολή. Όπως και στο δυο, στο τρία ...και σε όποιο άλλο αριθμό. Όχι διότι προσθέτεις το τίποτα, αλλά γιατί προσθέτεις τα πάντα, που εμπεριέχονται στα πάντα. Εμπεριέχονται στο ένα, καθώς και στο δυο και σε όποιο άλλο μέγεθος σκεφτείς.
Πως να αλλάξει ένα μέγεθος όταν του προσθέσεις κάτι που ήδη περιέχεται σε αυτό;
Μας έπεισαν πως, ένα και ένα κάνουν δυο. Τώρα μπορούν να μας πείσουν για ότι άλλο θέλουν.
Οι εντυπώσεις συνέχιζαν τις καταγραφές στο μυαλό της.

Ούτε που θυμήθηκαν πως αύριο ξημέρωνε Δευτέρα και πως έπρεπε να βρίσκονται και οι δυο πίσω στη πραγματικότητα της ζωής τους...